Ο λόγος του προέδρου του ΣΕΒ, Σπύρου Θεοδωρόπουλου, στο CEO Initiative Forum του 2024 ήταν σαφής και άκρως ανησυχητικός για την ανάγκη αναδιάρθρωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, με σκοπό την ενίσχυση της μεσαίας τάξης και την επίτευξη κοινωνικής ευημερίας. Η τοποθέτησή του αναδεικνύει ότι, παρά τη βελτίωση των τελευταίων χρόνων στην ελληνική οικονομία, τα θεμέλια αυτής της ανάπτυξης παραμένουν ασταθή, ιδιαίτερα αν δεν επενδυθεί στην ευημερία των πολιτών, και συγκεκριμένα των χαμηλόμισθων εργαζομένων.
Η επισήμανση του κ. Θεοδωρόπουλου πως καμία δημοκρατία ή οικονομία δεν μπορεί να σταθεί χωρίς μια ισχυρή μεσαία τάξη, θίγει μια αλήθεια που αγγίζει πολλές δυτικές κοινωνίες σήμερα. Η ανισότητα και η κοινωνική αδικία αποτελούν φαινόμενα που όχι μόνο απειλούν την οικονομική σταθερότητα αλλά και τη συνοχή του κοινωνικού ιστού, καθώς οι πολίτες απαιτούν να βλέπουν πραγματικές απολαβές από την οικονομική ανάπτυξη. Η τάση συγκέντρωσης του πλούτου σε λίγα χέρια και η αδυναμία των κατώτερων εισοδηματικών τάξεων να καλύψουν βασικές ανάγκες δημιουργούν ένα αίσθημα ανασφάλειας και κοινωνικής αδικίας. Οι πολιτικές και οικονομικές ηγεσίες καλούνται να αντιμετωπίσουν άμεσα αυτό το πρόβλημα, αναγνωρίζοντας ότι χωρίς ισχυρή μεσαία τάξη, οι προσπάθειες για οικονομική και πολιτική σταθερότητα παραμένουν μετέωρες.
Στο πλαίσιο της Ευρώπης, η αναφορά του προέδρου του ΣΕΒ στην ανάγκη επενδύσεων και κοινής αντιμετώπισης των προκλήσεων που αναλύθηκαν στην Έκθεση Ντράγκι υπογραμμίζει την ανάγκη για ενιαίες και στοχευμένες δράσεις. Η Ευρώπη, όπως σημείωσε, δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς να επενδύσει στην παραγωγή και την τεχνολογία αιχμής, στοιχεία που μπορούν να στηρίξουν τον μακροπρόθεσμο στόχο για μια βιώσιμη και ισχυρή οικονομία. Ειδικά η πρόταση για επένδυση 800 δισ. ευρώ ετησίως, παρά τις δυσκολίες, θα μπορούσε να προσδώσει αναπτυξιακή ώθηση στην Ευρώπη και να της δώσει τα εφόδια που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τις παγκόσμιες προκλήσεις.
Η ελληνική πραγματικότητα δεν διαφέρει σε πολλά από την υπόλοιπη Ευρώπη. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού η οποία παρατηρείται, συνιστά μια σοβαρή απειλή για την εγχώρια αγορά εργασίας. Με υψηλά ποσοστά ανέργων νέων και το χαμηλό ποσοστό εργαζομένων γυναικών, η ελληνική κοινωνία οφείλει να στραφεί προς την ενίσχυση των υποδομών που θα επιτρέψουν την ένταξη αυτών των ομάδων στην αγορά εργασίας. Χρειάζεται υποστήριξη, με τη μορφή πολιτικών που επιτρέπουν στις γυναίκες να συνδυάσουν οικογένεια και εργασία, καθώς και ευκαιρίες κατάρτισης για τους νέους. Όταν το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών που δεν σπουδάζουν και δεν εργάζονται αγγίζει το 16%, η χώρα παραμένει εκτεθειμένη σε κινδύνους και χαμένες αναπτυξιακές ευκαιρίες.
Αξιοσημείωτη ήταν και η αναφορά στη σημασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για την ελληνική οικονομία. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής αγοράς, και όμως, βρίσκονται αντιμέτωπες με τον αποκλεισμό από τον τραπεζικό δανεισμό και την έλλειψη κεφαλαίων. Η ανάγκη για συγχωνεύσεις και συνενώσεις δυνάμεων παραμένει ένα κρίσιμο σημείο. Η κουλτούρα της αυτάρκειας και της ανεξαρτησίας των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, που τόσο χαρακτηριστικά ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, λειτουργεί πολλές φορές ως τροχοπέδη στη δημιουργία βιώσιμων και ανταγωνιστικών επιχειρηματικών δομών.
Τέλος, η πρόταση για υπεραποσβέσεις αναδεικνύεται ως ένα εργαλείο που μπορεί να δώσει νέα ώθηση στην ελληνική οικονομία, επιτρέποντας τις επιχειρήσεις να επενδύσουν σε σύγχρονες υποδομές και τεχνολογία χωρίς τα γραφειοκρατικά εμπόδια που συχνά αποθαρρύνουν τους επενδυτές. Η ενίσχυση των επενδύσεων με τέτοιους τρόπους δεν προσφέρει μόνο προσωρινή ανάπτυξη αλλά θέτει τα θεμέλια για μακροχρόνια και βιώσιμη ευημερία.
Συνοψίζοντας, η τοποθέτηση του προέδρου του ΣΕΒ είναι μια ουσιαστική υπενθύμιση για τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Οι κοινωνίες που στηρίζονται αποκλειστικά σε οικονομικούς δείκτες και αγνοούν την ανάγκη της ευημερίας των πολιτών είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Χρειάζονται τολμηρές πολιτικές, επενδύσεις και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες που θα ενδυναμώσουν τη μεσαία τάξη, τη ραχοκοκαλιά της δημοκρατίας και της κοινωνικής ειρήνης.
Ο λόγος του προέδρου του ΣΕΒ, Σπύρου Θεοδωρόπουλου, στο CEO Initiative Forum του 2024 ήταν σαφής και άκρως ανησυχητικός για την ανάγκη αναδιάρθρωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, με σκοπό την ενίσχυση της μεσαίας τάξης και την επίτευξη κοινωνικής ευημερίας. Η τοποθέτησή του αναδεικνύει ότι, παρά τη βελτίωση των τελευταίων χρόνων στην ελληνική οικονομία, τα θεμέλια αυτής της ανάπτυξης παραμένουν ασταθή, ιδιαίτερα αν δεν επενδυθεί στην ευημερία των πολιτών, και συγκεκριμένα των χαμηλόμισθων εργαζομένων.
Η επισήμανση του κ. Θεοδωρόπουλου πως καμία δημοκρατία ή οικονομία δεν μπορεί να σταθεί χωρίς μια ισχυρή μεσαία τάξη, θίγει μια αλήθεια που αγγίζει πολλές δυτικές κοινωνίες σήμερα. Η ανισότητα και η κοινωνική αδικία αποτελούν φαινόμενα που όχι μόνο απειλούν την οικονομική σταθερότητα αλλά και τη συνοχή του κοινωνικού ιστού, καθώς οι πολίτες απαιτούν να βλέπουν πραγματικές απολαβές από την οικονομική ανάπτυξη. Η τάση συγκέντρωσης του πλούτου σε λίγα χέρια και η αδυναμία των κατώτερων εισοδηματικών τάξεων να καλύψουν βασικές ανάγκες δημιουργούν ένα αίσθημα ανασφάλειας και κοινωνικής αδικίας. Οι πολιτικές και οικονομικές ηγεσίες καλούνται να αντιμετωπίσουν άμεσα αυτό το πρόβλημα, αναγνωρίζοντας ότι χωρίς ισχυρή μεσαία τάξη, οι προσπάθειες για οικονομική και πολιτική σταθερότητα παραμένουν μετέωρες.
Στο πλαίσιο της Ευρώπης, η αναφορά του προέδρου του ΣΕΒ στην ανάγκη επενδύσεων και κοινής αντιμετώπισης των προκλήσεων που αναλύθηκαν στην Έκθεση Ντράγκι υπογραμμίζει την ανάγκη για ενιαίες και στοχευμένες δράσεις. Η Ευρώπη, όπως σημείωσε, δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς να επενδύσει στην παραγωγή και την τεχνολογία αιχμής, στοιχεία που μπορούν να στηρίξουν τον μακροπρόθεσμο στόχο για μια βιώσιμη και ισχυρή οικονομία. Ειδικά η πρόταση για επένδυση 800 δισ. ευρώ ετησίως, παρά τις δυσκολίες, θα μπορούσε να προσδώσει αναπτυξιακή ώθηση στην Ευρώπη και να της δώσει τα εφόδια που χρειάζεται για να αντιμετωπίσει τις παγκόσμιες προκλήσεις.
Η ελληνική πραγματικότητα δεν διαφέρει σε πολλά από την υπόλοιπη Ευρώπη. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού η οποία παρατηρείται, συνιστά μια σοβαρή απειλή για την εγχώρια αγορά εργασίας. Με υψηλά ποσοστά ανέργων νέων και το χαμηλό ποσοστό εργαζομένων γυναικών, η ελληνική κοινωνία οφείλει να στραφεί προς την ενίσχυση των υποδομών που θα επιτρέψουν την ένταξη αυτών των ομάδων στην αγορά εργασίας. Χρειάζεται υποστήριξη, με τη μορφή πολιτικών που επιτρέπουν στις γυναίκες να συνδυάσουν οικογένεια και εργασία, καθώς και ευκαιρίες κατάρτισης για τους νέους. Όταν το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 15-29 ετών που δεν σπουδάζουν και δεν εργάζονται αγγίζει το 16%, η χώρα παραμένει εκτεθειμένη σε κινδύνους και χαμένες αναπτυξιακές ευκαιρίες.
Αξιοσημείωτη ήταν και η αναφορά στη σημασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για την ελληνική οικονομία. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής αγοράς, και όμως, βρίσκονται αντιμέτωπες με τον αποκλεισμό από τον τραπεζικό δανεισμό και την έλλειψη κεφαλαίων. Η ανάγκη για συγχωνεύσεις και συνενώσεις δυνάμεων παραμένει ένα κρίσιμο σημείο. Η κουλτούρα της αυτάρκειας και της ανεξαρτησίας των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, που τόσο χαρακτηριστικά ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, λειτουργεί πολλές φορές ως τροχοπέδη στη δημιουργία βιώσιμων και ανταγωνιστικών επιχειρηματικών δομών.
Τέλος, η πρόταση για υπεραποσβέσεις αναδεικνύεται ως ένα εργαλείο που μπορεί να δώσει νέα ώθηση στην ελληνική οικονομία, επιτρέποντας τις επιχειρήσεις να επενδύσουν σε σύγχρονες υποδομές και τεχνολογία χωρίς τα γραφειοκρατικά εμπόδια που συχνά αποθαρρύνουν τους επενδυτές. Η ενίσχυση των επενδύσεων με τέτοιους τρόπους δεν προσφέρει μόνο προσωρινή ανάπτυξη αλλά θέτει τα θεμέλια για μακροχρόνια και βιώσιμη ευημερία.
Συνοψίζοντας, η τοποθέτηση του προέδρου του ΣΕΒ είναι μια ουσιαστική υπενθύμιση για τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Οι κοινωνίες που στηρίζονται αποκλειστικά σε οικονομικούς δείκτες και αγνοούν την ανάγκη της ευημερίας των πολιτών είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Χρειάζονται τολμηρές πολιτικές, επενδύσεις και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες που θα ενδυναμώσουν τη μεσαία τάξη, τη ραχοκοκαλιά της δημοκρατίας και της κοινωνικής ειρήνης.