Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Με πτώση έως και 75% στην έκδοση οικοδομικών αδειών για νέες κατοικίες στα βόρεια και νότια προάστια της Αττικής, ο Ιανουάριος του 2025 σηματοδοτεί μια άνευ προηγουμένου κατάρρευση της οικοδομικής δραστηριότητας. Η στατιστική αποτύπωση της ΕΛΣΤΑΤ επιβεβαιώνει αυτό που στελέχη της αγοράς ανέμεναν: η απόφαση του ΣτΕ για τον ΝΟΚ δεν προκάλεσε απλώς προσωρινό «μούδιασμα». Προκάλεσε σοκ.
Η βαρύτητα του προβλήματος δεν βρίσκεται μόνο στην πτώση της δραστηριότητας. Βρίσκεται στο θεσμικό ρήγμα που ανοίχτηκε — ένα ρήγμα ανάμεσα σε κράτος και επενδυτή, πολεοδομία και προβλεψιμότητα, σχέδιο πόλης και πραγματικότητα αγοράς. Όταν ο ΝΟΚ καταργείται στην πράξη, όχι μέσω κοινοβουλευτικής διαδικασίας, αλλά μέσα από την παρέμβαση της Δικαιοσύνης, χωρίς ταυτόχρονη θέσπιση ενός ξεκάθαρου νέου πλαισίου, τότε το αποτέλεσμα είναι ένα: επενδυτική παράλυση.
Στις αγορές, και ειδικά στην αγορά ακινήτων, ο χρόνος είναι κεφάλαιο. Η αναμονή κοστίζει. Κοστίζει στους ιδιοκτήτες γης που επένδυσαν με βάση ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο άλλαξε εκ των υστέρων. Κοστίζει στους μηχανικούς που δεν γνωρίζουν πώς να εκδώσουν άδεια ή αν μια ήδη υποβληθείσα αίτηση είναι συμβατή με τις νέες ερμηνείες. Κοστίζει στους επενδυτές που αδυνατούν να σχεδιάσουν προϊόν και στους δήμους που χάνουν έσοδα και προγραμματισμό.
Η Πολιτεία οφείλει να αναλάβει την ευθύνη. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας δεν μπορεί να σιωπά όταν η αγορά στενάζει υπό το βάρος της αβεβαιότητας. Οι διευκρινιστικές εγκύκλιοι καθυστερούν, η έννοια της «έναρξης εργασιών» παραμένει αδιευκρίνιστη και η δυνατότητα αναθεώρησης μιας άδειας κρέμεται σε γκρίζα ζώνη. Ούτε το ΤΕΕ, παρά τις επισημάνσεις του, έχει εισακουστεί σε βάθος. Αν δεν υπάρξει άμεσα νομοθετική παρέμβαση, ενδεχομένως με τη μορφή Προεδρικού Διατάγματος ώστε να φέρει εκ των προτέρων τη θεσμική έγκριση του ΣτΕ, τότε το ρήγμα μπορεί να γίνει μόνιμη πληγή.
Το διακύβευμα δεν είναι μόνο η οικοδομή. Είναι η αξιοπιστία του κράτους ως ρυθμιστή. Όταν ένα πλαίσιο παρέχει “ευεργετήματα”, δεν μπορεί εκ των υστέρων να θεωρούνται κατάχρηση. Όταν ένα επενδυτικό σχέδιο καταρρέει λόγω καθυστέρησης εγκυκλίων ή θεσμικών αντιφάσεων, τότε μιλάμε για σοβαρή βλάβη του επενδυτικού περιβάλλοντος. Και όταν η νομοπαραγωγική διαδικασία λειτουργεί αποσπασματικά, με αλλεπάλληλες αναβολές και θολές οδηγίες, τότε χάνεται αυτό που χρειάζεται περισσότερο η αγορά: εμπιστοσύνη.
Η Ελλάδα έχει ανάγκη από ένα νέο, σαφές και απλό οικοδομικό πλαίσιο — όχι μόνο για να ανακάμψει η οικοδομή, αλλά για να μην επαναληφθούν οι ίδιες παλινωδίες. Ένα πλαίσιο που θα ορίζει ύψη και όγκους, χωρίς να μπαίνει στην εσωτερική διαρρύθμιση. Που θα θεσπίζεται με πλήρη θεσμική θωράκιση. Και κυρίως, ένα πλαίσιο σταθερό, προβλέψιμο και εφαρμόσιμο.
Γιατί τελικά, η οικοδομή δεν χρειάζεται επιδοτήσεις. Χρειάζεται σταθερότητα.